Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Νίκος Καζαντζάκης: 54 χρόνια από το θάνατό του

             Νίκος Καζαντζάκης: 53 χρόνια από τον θάνατό του
                                                             Γράφει ο Γιώργος Ζωγραφάκης
                                                 (Μέλος Ελληνικού Τμήματος Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Ν. Καζαντζάκη)
  Στις 26 Οκτωβρίου συμπληρώθηκαν 53 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου Νίκου Καζαντζάκη. Είχε πεθάνει την ημερομηνία αυτή, το 1957,  στο Φράϊμπουργκ της Γερμανίας.    Μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο και τάφηκε, στις 6 του Νοέμβρη, ψηλά στο ενετικό φρούριο Μαρτινέγκο, σ’ ένα λιτό μνήμα, καμωμένο από πέντε μεγάλες πέτρες, από ισάριθμα μέρη της Κρήτης κι έναν πιο λιτό ξύλινο σταυρό, από ακατέργαστο ξύλο καστανιάς, ενώ σε μια πλάκα γράφηκε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αποφθέγματα που γεμίζουν το ανεπανάληπτο σε όγκο και σε αξία συγγραφικό έργο του: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος».
  Πριν παραθέσω μερικά από τα ατέλειωτα αποφθέγματα από το έργο αυτό, σημειώνω λίγα λόγια για τον Καζαντζάκη:
  Ο Ν. Καζαντζάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης  στις 18-2-1883. Σπούδασε στη Σύρο, στο Ηράκλειο, στην Αθήνα και στο Παρίσι. Πήρε μέρος ως εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους.  Από πολύ νέος επιδόθηκε στη συγγραφή διηγημάτων, μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων, ποιημάτων, ενώ παράλληλα έκανε μεταφράσεις από την αρχαία ελληνική γραμματεία (Ιλιάδα- Οδύσσεια του Ομήρου, μαζί με τον Ι. Κακριδή) και από ξένα λογοτεχνικά έργα. Παράλληλα ταξίδευε συνεχώς σε όλο τον κόσμο, συχνά ως απεσταλμένος ελληνικών εφημερίδων (όπως στον ισπανικό Εμφύλιο, ως απεσταλμένος της «Καθημερινής»), ενώ κατέγραψε τις εντυπώσεις του σε μια σειρά βιβλίων με τον γενικό τίτλο «Ταξιδεύοντας». Είναι ίσως ο πολυγραφότερος Έλληνας συγγραφέας και σίγουρα ο πλέον μεταφρασμένος σε ξένες γλώσσες.
  Για τον Ν. Κ. ο πανεπιστημιακός Γιώργος Κουμάκης γράφει, μεταξύ άλλων: « Το έργο του Ν. Καζαντζάκη, αν έχει σημειώσει τόσο ευρεία διάδοση, αν έχει βρει τόσο βαθιά απήχηση στις ψυχές ανθρώπων διαφόρων εθνικοτήτων και ανόμοιων πολιτικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, αν επιβλήθηκε και καταξιώθηκε στα χρόνια μας, αν απέκτησε παγκόσμια φήμη και κέρδισε μεγάλες πιθανότητες να παραμείνει κλασικό στη ροή των αιώνων, ένα έργο δηλαδή πάντα επίκαιρο, αυτό ίσως οφείλεται περισσότερο στο στέρεο φιλοσοφικό του υπόβαθρο και λιγότερο στην απλή και περίτεχνη λογοτεχνική του μορφή και πλοκή, που κρατά πάντα σταθερά ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο Καζαντζάκης είναι ίσως μοναδικό φαινόμενο εργατικότητας στα ελληνικά γράμματα και από τα παραγωγικότερα πνεύματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η «Οδύσσειά» του είναι το μεγαλύτερο έπος της λευκής φυλής. Σ’ αυτήν αναπτύσσονται ιδέες που υπάρχουν συμπυκνωμένες στην «Ασκητική» του και που είναι διάχυτες σ’ όλα του τα έργα. Η «Αναφορά στον Γκρέκο» αποτελεί κι αυτή μια συνοπτική έκθεση των αντιλήψεών του γύρω από τον κόσμο και τη ζωή.
  Μελέτησε και αντιμετώπισε κριτικά τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα, στα οποία βρήκε τις αφετηρίες και κατευθυντήριες γραμμές του στοχασμού του. Στο έργο του όμως διακρίνεται έντονα η προσωπική του σφραγίδα. Αυτά που μελέτησε ήταν κυρίως έργα φιλοσόφων και λογοτεχνών, από τους οποίους επηρεάστηκε η σκέψη του…
  Η ορμητική σκέψη του, η χειμαρρώδης γλώσσα, η απαράμιλλη εκφραστική ικανότητα, η δημιουργική φαντασία, η βαθιά αίσθηση της πραγματικότητας και προ πάντων η λογική τεκμηρίωση των απόψεών του τον ανέδειξαν δικαιολογημένα σ’ ένα από τα λαμπρότερα και καθολικότερα πνεύματα όλων των εποχών…».
  Από το πλήθος των έργων του θα μπορούσε να ξεχωρίσει κανείς την ‘ΑΣΚΗΤΙΚΉ», τον «Βίο και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», τον «Καπετάν Μιχάλη», το «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», το «Αναφορά στον Γκρέκο», τον «Τελευταίο πειρασμό», το «Ο φτωχούλης του Θεού», τις «Αδερφοφάδες», το «Ο βραχόκηπος», ενώ η ποιητική του «Οδύσσεια» είναι ένα τεράστιο έπος, αποτελούμενο από 33.333 δεκαεφτασύλλαβους στίχους. Ένα δείγμα:
 « Φωνάζει αλάργα η βάρδια του βουνού, καράβι κατεβαίνει,
     φωνάζει ευτύς η βάρδια του γιαλού, «μες στο λιμάνι εμπήκε»,
    φωνάζει ο Δοξαράς* κι αρπάει τη γης: «Κρήτη καλώς σε βρήκα».
   *«Δοξαράς: Ο Οδυσσέας του Καζαντζάκη

  Οι κατά πολλούς αιρετικές πολιτικές και θρησκευτικές του ιδέες έγιναν αιτία ώστε ο Κ. να υποστεί διώξεις, ενώ αποκλείστηκε από την Ακαδημία Αθηνών χάριν του …Σωτ. Σκίπη, στις τρεις φορές δε που προτάθηκε για το Νόμπελ Λογοτεχνίας δεν δικαιώθηκε, κυρίως εξ αιτίας παρεμβάσεων από πολιτικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους της Ελλάδας.
  Μερικά αποφθέγματα από το έργο του Καζαντζάκη:
«Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο. Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. Το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή».
  « Η καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες –φύσηξε Χριστέ μου να γίνουν πεταλούδες!».
  «Είπα στην αμυγδαλιά, μίλησέ μου για το Θεό. Και η αμυγδαλιά άνθισε».
  « Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει».
  « Από τας καλά κερδεμένα, παίρνει ο διάβολος τα μισά. Από τα κακά κερδεμένα, παίρνει και το νοικοκύρη».
  «Αγωνιζόμαστε για τα άφθαστα, και γι αυτό ο άνθρωπος έπαψε να είναι ζώο».
  «Πυραμίδα ο άνθρωπος. Στη βάση του το κτήνος, στην κορφή ο Θεός. Χρέος μας η ανηφόρα».
  « Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι».
  « Δεν υπάρχουν ιδέες –υπάρχουν μόνο άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες –κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει».
  « Η προσευχή σήμερα λέγεται πράξη. Να ασκητεύεις σήμερα θα πει: να ζεις με τους ανθρώπους και να ανεβαίνεις κάθε μέρα, κάθε μέρα, και όχι μονάχα τη Μεγάλη Παρασκευή, με το Χριστό στο Γολγοθά. Και να σταυρώνεσαι».
  «Να πεθαίνεις κάθε μέρα. Να γεννιέσαι κάθε μέρα. Ν’ αρνιέσαι ό,τι έχεις κάθε μέρα. Η ανώτερη αρετή δεν είναι να  ’σαι ελεύθερος, παρά μονάχα να παλεύεις για την ελευθερία».
  « Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη Γη. Αν δεν σωθεί, εγώ φταίω».
  « Όχι! Όχι! Ποτέ μην αναγνωρίσεις τα σύνορα του ανθρώπου! Να σπας τα σύνορα! Ν’ αρνιέσαι ό,τι θωρούν τα μάτια σου! Να πεθαίνεις και να λες: Θάνατος δεν υπάρχει!».
  «-Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ’ μου μια προσταγή.
-          Φτάσε όπου μπορείς, παιδί μου.
-          Παππού, φώναξα τώρα δυνατά, δώσ’ μου πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή.
-          Φτάσε όπου δεν μπορείς, παιδί μου!...»
«Ε κακομοίρη άνθρωπε», είπε δυνατά, «μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα, κι εσύ βουλιάζεις στην κοπριά, στην τεμπελιά και στην απιστία! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις –το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα ’ναι πολύ αργά. Ας ανασκουμπωθούμε εμείς που το ξέρουμε, ας σύρουμε φωνή, μπορεί να μας ακούσουν».
  «Στον κόσμο τούτον» συλλογίζουνταν, «θα  ’σαι αρνί ή λύκος –αν είσαι αρνί σε τρων –αν είσαι λύκος τρως. Θεέ μου, δεν υπάρχει ένα τρίτο ζώο, καλύτερο, δυνατότερο»; Και μια φωνή μέσα του αποκρίνουνταν: «υπάρχει, υπάρχει, παπα-Γιάνναρε, κάνε υπομονή. Τώρα και χιλιάδες χρόνια ξεκίνησε να φτάσει, να γίνει άνθρωπος –δεν έφτασε ακόμη. Βιάζεσαι; Ο Θεός δεν βιάζεται, παπα-Γιάνναρε».
  «Κάθε άνθρωπος άξιος να λέγεται γιος του ανθρώπου, σηκώνει το σταυρό του κι ανεβαίνει το Γολγοθά του. Πολλοί, οι πιο πολλοί, φτάνουν στο πρώτο, στο δεύτερο σκαλοπάτι, λαχανιάζουν, σωριάζονται στη μέση της πορείας και δε φτάνουν στην κορφή του Γολγοθά –θέλω να πω στην κορφή του χρέους τους –να σταυρωθούν, ν’ αναστηθούν, και να σώσουν την ψυχή τους. Λιποψυχούν, φοβούνται να σταυρωθούν, και δεν ξέρουν πως η σταύρωση είναι ο μόνος δρόμος της ανάστασης.
  Άλλον δεν έχει…»
  «Θεριό ’ναι η καρδιά του ανθρώπου. Θεριό ανήμερο… Χριστέ μου, μήτε εσύ μπόρεσες να τη μερώσεις».
  «Σαν το αρνί ’ναι κι ο Χριστός. Όμοια ανοίγει κι αυτός την καρδιά των ανθρώπων και μπαίνει ο κόσμος όλος. Όμοια θ’ ανοίξει και την Παράδεισο να μπουν οι αμαρτωλοί».
  « Πυροβάτης είναι κάθε άγιος –πυροβάτης και κάθε τίμιος άνθρωπος στην Κόλαση ετούτη που τη λέμε ζωή».
  «Έχεις πινέλα, έχεις χρώματα. Ζωγράφισε τον Παράδεισο και μπες μέσα».
  «Δεν έχουμε παρά μια μονάχα στιγμή στη διάθεσή μας. Ας κάνουμε αυτή τη στιγμή αιωνιότητα».
  «Αλάτι ο θάνατος και τη ζωή τη νοστιμίζει».
  «Μπόρα είναι μαθές η ζωή. Θα περάσει!».
  «Αυτό θα πει άνθρωπος: να πονάς, ν’ αδικιέσαι, να παλεύεις και να μην το βάζεις κάτω!».
  «Ν’ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους, να ζητάς συντρόφους».
   « Η ανώτατη αρετή δεν είναι να ’σαι ελεύθερος, είναι να μάχεσαι για την ελευθερία».
«Νιώθω σα να χτυπάμε τα κεφάλια μας στα σίδερα. Πολλά κεφάλια θα σπάσουν. Μα κάποια στιγμή θα σπάσουν και τα σίδερα».
  «Μαζεύω τα σύνεργά μου: Όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε».
  «Δε φτάνει ν’ ακούς μέσα σου τη βουή των προγόνων. Δε φτάνει να τους νιώθεις να παλεύουν μπροστά από το κατώφλι του νου σου. Όλοι χύνονται να πιαστούν από το ζεστό μυαλό σου, ν’ ανέβουν πάλι στο φως της μέρας».
 « Η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους, θέλει κουζουλούς. Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη».
 
Αυτά είναι μερικά από τα χιλιάδες χαρακτηριστικά αποφθέγματα που συναντά κανείς διαβάζοντας  το πλήθος των έργων του Ν. Καζαντζάκη.
  Κάθε χρόνο γίνονται σε πολλά μέρη του κόσμου εκδηλώσεις, ιδιαίτερα στην επέτειο του θανάτου του. Φέτος έγιναν στην Κορέα, στο Καζαχστάν, στο Ιράκ, στη Χιλή κ.ά. Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα εντάσσεται και το σημερινό μου σημείωμα.  


 (σημείωση: υπάρχουν πολλές φωτογραφίες του Καζαντζάκη στο διαδίκτυο –διαλέξτε μία)
 (Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εβδομαδιαία» της 15ης Οκτωβρίου 2011)
    

2 σχόλια: