Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Σούμπερτ, το κτήνος

ΑΝΤΙ ΑΛΛΟΥ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
                    Σούμπερτ, το κτήνος
                       Γράφει ο Γιώργος Ζωγραφάκης
Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου « Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα», (εκδόσεις «Επίκεντρο»), του Μαραθιώτη κ. Θανάση Φωτίου, καθηγητή σε πανεπιστήμιο του Καναδά, και αντί άλλου αφιερώματος στην Εθνική Αντίσταση, γράφεται το σημερινό σημείωμα. Το βιβλίο είναι αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας του συγγραφέα σε αρχεία και πολλών συνεντεύξεων. Είναι επιστημονικά πλήρες (1029 υποσημειώσεις), ενώ παράλληλα είναι γραμμένο σε απλή γλώσσα και έκφραση, ώστε να μπορεί να διαβαστεί από όλους –φτάνει να έχουν «γερό στομάχι», αφού οι περιγραφές είναι ρεαλιστικές και αληθινές και ο αναγνώστης καταλήγει  αναλογιζόμενος, πόσο τα θηρία της ζούγκλας είναι αθώα, μπροστά σε κάποιους, κατ’ εμφάνιση τουλάχιστον  «ανθρώπους».

  Σπάνια ένας κοινός άνθρωπος μπορεί να προσωποποιήσει τον όλεθρο και την καταστροφή, εκτός αν πρόκειται για ηγέτες –μάστιγες, όπως ο Αττίλας ή ο Χίτλερ πρόσφατα. Όμως ο διαβόητος Φριτς Σούμπερτ, αν και απλός επιλοχίας, εθελοντής έφεδρος του γερμανικού στρατού στον Β΄ Παγκ. Πόλεμο, συγκέντρωνε τόσα αρνητικά χαρακτηριστικά, ώστε ό,τι και να πει κανείς γι’ αυτόν θα είναι λίγο. Θα αναφέρω κάποιους από τους χαρακτηρισμούς που είπαν ή έγραψαν γι’ αυτόν πρόσωπα που τον γνώρισαν από κοντά και υπέστησαν τις θηριωδίες του. Λέει η Άννα Δέρβελη στον κ. Φωτίου: « Ο Σούμπερτ, όπως τον γνώρισα δυο μήνες στην ομηρία, ήταν στην πραγματικότητα ένας ανθρωποφάγος, ένα τέρας, ένα ανθρωπόμορφο τέρας, ένα θηρίο της ζούγκλας. Δε λογάριαζε τον άνθρωπο για τίποτα, ούτε για σκουλήκι. Δεν το είχε τίποτα να βγάλει το περίστροφό του και να σε σκοτώσει για το τίποτα. Δεν έλεγε θα σε σκοτώσω αλλά θα σε καθαρίσω. Ήταν ένας τρελός ψυχοπαθής τύπος, ένας εγκληματίας με πορωμένη ψυχή και σατανικό μυαλό. Στον κόσμο δε νομίζω να υπάρχει τέτοιος κακός άνθρωπος. Κάτι φαίνεται να έφταιξε στη ζωή του για να γίνει ένα τέρας…» (σελ. 297).
  Αυτό το τέρας, αυτός ο δήμιος, που ήταν υπεύθυνος για τον τραγικό θάνατο πάνω από 3000 ανθρώπων, υπήρχε μια φήμη πως είχε ρίζες ελληνικές, αφού μιλούσε πολύ καλά την ελληνική γλώσσα. Όμως, όπως  προκύπτει από το βιβλίο του κ. Φωτίου, ο Σούμπερτ ήταν βέρος Γερμανός, είχε όμως ζήσει αρκετά στη Σμύρνη, πριν και μετά το 1920 και αργότερα στην Αλεξάνδρεια και έμαθε τα ελληνικά, μαζί με τα τούρκικα, τα αραβικά και τα ιταλικά, αφού παντρεύτηκε, στη Σμύρνη, Ιταλίδα γυναίκα, που είχε ήδη μια κόρη, ενώ με τον Σούμπερτ απέκτησε δυο αγόρια. Ο Σούμπερτ φαίνεται ότι πολέμησε με τους Τούρκους, τόσο στον σουλτανικό όσο και στον κεμαλικό στρατό, εναντίον των Ελλήνων, επιδείκνυε μάλιστα με καμάρι ένα τουρκικό μετάλλιο που του είχε απονεμηθεί για τις ανδραγαθίες του. Πολλοί θεωρούν πως η συμμετοχή του σε μάχες εναντίον των Ελλήνων, εξηγεί σ’ έναν βαθμό και την απίστευτα εγκληματική του συμπεριφορά κατά των Ελλήνων, στα χρόνια της κατοχής.
  Γεγονός είναι ότι ο Σούμπερτ, αμέσως μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς, αφού κατατάχτηκε ως εθελοντής στον γερμανικό στρατό –ήταν ήδη 44 χρονών- ζήτησε και ήρθε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κρήτη, στην κατασκοπία –αντικατασκοπία, ως απλός δεκανέας, όμως σιγά σιγά έφτασε να γίνει επιλοχίας. Αλλά, αν και υπαξιωματικός, είχε τέτοιες εξουσίες, ώστε ακόμη και ανώτεροι αξιωματικοί σιωπούσαν μπροστά του και δεν τολμούσαν να εναντιωθούν στα εγκλήματά του, πολλά από τα οποία διέπραττε ενώπιόν τους. Μια εξήγηση γι’ αυτό είναι η παρακάτω διαταγή, την οποία εξέδωσε  ο Ανώτερος δ/τής του Φρουρίου Κρήτης στρατηγός Μπρούνο Μπρόιερ και η οποία έχει ως εξής:  «Ιδρύεται εν Κρήτη σώμα υπό την επωνυμίαν «Κυνηγοί Σούμπερτ». Την διοίκησιν θα έχει ο επιλοχίας Φριτς Σούμπερτ. Τα του οπλισμού, ενδυμασίας και τροφοδοσίας του ανωτέρω σώματος κανονίσω δι’ ετέρας διαταγής μου. Σκοπός του σώματος τούτου είναι η εμπέδωσις της τάξεως και η πάταξις των κακοποιών, κομμουνιστών κλπ της υπαίθρου, δι’ ων μέσων ήθελε κρίνει κατάλληλα ο διοικητής του σώματος Επιλοχίας Σούμπερτ, έχων από τούδε όλην την δικαιοδοσίαν και ελευθερίαν ενεργείας.
  Πάντα τα σώματα και αι μονάδες δεν έχουν το δικαίωμα να φέρουν προσκόμματα εις την εκτέλεσιν της ως άνω υπηρεσίας του σώματός του... Τουναντίον, δια της παρούσης υποχρεούνται να παρέχουν πάντα τα μέσα άτινα ήθελον ζητηθεί παρά του Επιλοχίου Σούμπερτ δια την επίτευξιν του σκοπού του (σ. 128)
  Είναι πρωτοφανές να ιδρύεται ένα σώμα, με δ/τή έναν επιλοχία, στον οποίο «πάντα τα σώματα και αι μονάδες, δεν έχουν δικαίωμα να φέρουν προσκόμματα», αλλά αντίθετα «υποχρεούνται να παρέχουν πάντα τα μέσα κλπ», ενώ έχει «όλην την δικαιοδοσίαν και ελευθερίαν ενεργείας». Πρόκειται δηλαδή για κάτι ξεχωριστό, και πραγματικά αυτό φάνηκε αμέσως μετά. Ο Σούμπερτ βρήκε και επάνδρωσε το σώμα του με έναν μεγάλο αριθμό κακοποιά –όπως αποδείχτηκε- στοιχεία, -μεταξύ των οποίων και έναν ιερέα, τον παπά Λευτέρη!-, τα οποία, υπό την καθοδήγησή του, πραγματοποίησαν όχι μόνον δολοφονίες και φυλακίσεις, αλλά πλήθος πρωτάκουστα βασανιστήρια, των οποίων η αναφορά προκαλεί αποτροπιασμό και οργή. Και όλα αυτά, όχι σε βάρος μόνον ενηλίκων, αντιπάλων των δυνάμεων κατοχής («κακοποιών, κομμουνιστών κλπ»), αλλά τις πιο πολλές φορές σε βάρος άμαχου πληθυσμού, συχνά γυναικών και παιδιών. Ήταν συνήθης η ομαδική εκτέλεση μπροστά σε ομαδικούς τάφους, τους οποίους υποχρεώνονταν πριν να ανοίξουν οι ίδιοι οι μελλοθάνατοι, όπως και η ομαδική εξόντωση σε φλεγόμενα σπίτια ή άλλα οικήματα. Πιο χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις του Χορτιάτη και των Γιαννιτσών, αφού, από τις αρχές Ιανουαρίου 1944, ο Σούμπερτ με το σώμα του μετατέθηκε από την Κρήτη στη Μακεδονία, πιθανόν γιατί τα οργιώδη εγκλήματά του εκεί είχαν δημιουργήσει εκρηκτική κατάσταση στο νησί. Είχε πραγματοποιήσει πλήθος εγκλήματα, βασανισμούς και εκτελέσεις σε δεκάδες χωριά όλων των νομών της Κρήτης, ιδιαίτερα στους νομούς Ηρακλείου και Ρεθύμνου. Στο χωριό Καλή Συκιά του Ρεθύμνου, περιγράφει, μεταξύ άλλων ο κ. Φωτίου: «Για να εκφοβίσουν (τις γυναίκες) ώστε να μαρτυρήσουν, οι Σουμπερίτες έβαλαν φωτιά  στα σπίτια τους και διέταξαν τις ιδιοκτήτριες να πάνε να την σβήσουν και να σώσουν τα σπίτια τους. Η ιδιοκτήτρια Ευαγγελία Ε. Γρυντάκη ήταν οκτώ μηνών έγκυος και κρατούσε μωρό δύο μηνών στην αγκαλιά της. Προτού τη ρίξουν ζωντανή στο φλεγόμενο σπίτι της, ένας Σουμπερίτης άρπαξε το μωρό της και το πέταξε στο δρόμο. Ξέφρενη κατάφερε να βγει από το παράθυρο, αλλά και τις δυο φορές οι φύλακες την έσπρωξαν πάλι μέσα στη φωτιά και περίμεναν έως ότου αποτεφρωθεί…Συνολικά έκαψαν 12 γυναίκες και έναν άνδρα…» (σ. 170-71). Σε άλλη περίπτωση (Χορτιάτη) αναφέρεται: « Ένας ταγματασφαλίτης άρπαξε το 4χρονο μωρό της Ελεονόρας Γιαννακούδη αό την αγκαλιά της και το κομμάτιασε χτυπώντας το πάνω στο βράχο. Μετά έσφαξε τη μάνα…» (σ.345).
  Όταν έρχεται στη Μακεδονία ο Σούμπερτ, κουβαλώντας τους πιο πολλούς από τους Κρητικούς Σουμπερίτες του, αρχίζει τη δράση του από τη Θεσσαλονίκη, αλλά, από την άνοιξη και μετά, συνεχώς περιφέρει την έδρα του σε διάφορα σημεία και γίνεται συντονιστής της δράσης του πλήθους των σχηματισμών ταγματασφαλιτών και άλλων παραστρατιωτικών οργανώσεων που δρουν ήδη στη Μακεδονία. Εχθροί πλέον είναι οι «κομμουνισταί», όπως χαρακτηρίζουν συλλήβδην όλους τους ανταρτικούς αντιστασιακούς σχηματισμούς. Δρα στην περιοχή των Γιαννιτσών –όπου προσλαμβάνει, στο κρεβάτι του πλέον, ίσως δια της βίας, τη δασκάλα Κατίνα Αγγελίδου η οποία, μετά την αποχώρηση των Γερμανών αργότερα, λυντσάρεται από το πλήθος, που την αναγνωρίζει μεταξύ πλήθους συλληφθέντων από τον ΕΛΑΣ, αν και σε κάποιες περιπτώσεις κατάφερνε να ηρεμεί το θηρίο. Νωρίτερα βέβαια ο Σούμπερτ την είχε εγκαταλήψει, καθώς είχε διάφορες ερωτικές ιστορίες, της τελευταίας μάλιστα ο γιατρός πατέρας της εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Από τα Γιαννιστά έρχεται στη δυτική Χαλκιδική (Γωνιά, Κρήνη, Πετράλωνα, Καλλικράτεια), όπου στρατολογεί αρκετούς, τους πιο πολλούς εκβιαστικά, και καταλήγει στην περιοχή Ν. Απολλωνίας, όπου, τον Ιούνιο, καταστρέφει τη Μαραθούσα, με δολοφονίες, εμπρησμούς και εκτελέσεις (Πλατάνα) και από κει στρέφεται στο Ασβεστοχώρι και, αρχές του Σεπτέμβρη εξαφανίζει τον Χορτιάτη, καίγοντας κυριολεκτικά δεκάδες γυναικόπαιδα και σκοτώνοντας πλήθος άλλους, συνολικά 146 άτομα, από τα οποία τα 128 ήταν γυναίκες και παιδιά, ενώ έκαψε πάνω από 300  σπίτια – αφού νωρίτερα λεηλατήθηκαν γιατί ο Σούμπερτ και τα παλικάρια του έκαναν παντού συστηματικό πλιάτσικο.
  Ενώ πλησίαζε η ώρα να αποχωρήσουν οι κατακτητές, αφού τα νέα από τα μέτωπα ήταν απογοητευτικά για τη Γερμανία, ο Σούμπερτ, αντί να μειώνει, αύξανε τα εγκλήματά του. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση των Γιαννιτσών, όπου ξαναπηγαίνει στις 14 Σεπτεμβρίου. Πλήθος εγκλήματα σε βάρος του άμαχου πληθυσμού, με πάνω από 100 νεκρούς, μεταξύ των οποίων ο δήμαρχος Θ. Μαγκριώτης. Τον εκτέλεσαν μαζί με άλλους οκτώ «αφού πρώτα τους αφαίρεσαν ότι πολύτιμο είχαν πάνω τους, παπούτσια, κάλτσες, ρούχα, ακόμα και το παντελόνι του Δημάρχου(!) –σ. 361. Πλήθος άλλους, αφού τους βασάνιζαν φρικτά «οι εκτελεστές που περίμεναν στο χείλος του λάκκου, τους αποτελείωναν με χαριστική βολή. Οι παριστάμενοι Γερμανοί αξιωματικοί ως απλοί θεατές των βασανιστηρίων και των εκτελέσεων, φαίνονταν να διασκέδαζαν με το θέαμα, καθότι χαμογελαστοί φωτογράφιζαν τις φρικιαστικές σκηνές» (σ. 365).
  Με την αποχώρηση τω Γερμανών, ο Σούμπερτ και τα πιο πολλά «παλικάρια» του τον ακολουθούν στην Αυστρία και τη Γερμανία. Κάποιοι επέστρεψαν στην Ελλάδα, παριστάνοντας τους έγκλειστους σε στρατόπεδα εργασίας. Ο ίδιος ο Σούμπερτ επιστρέφει στην Ελλάδα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1945, ως Κων/νος Κωνσταντινίδης, όμως γίνεται αντιληπτός και φυλακίζεται. Δικάζεται, τον Ιούλιο –Αύγουστο 1947, στο Ειδικό Δικαστήριο Εγκληματιών Πολέμου Αθηνών και καταδικάζεται 27 φορές σε θάνατο και τέλος, στις 22 Οκτωβρίου 1947 τυφεκίζεται στο Επταπύργιο Θεσ/νίκης. Όσοι από τους Κρητικούς Σουμπερίτες επέστρεψαν στην Κρήτη, ή εκτελέστηκαν από αντάρτες ή συγγενείς θυμάτων του, ή καταδικάστηκαν σε θάνατο ή πολυετείς φυλακίσεις. Όμως, όπως σημειώνει ο κ. Φωτίου (σ. 453) «είναι άξιο σημείωσης ότι κανείς από τους παραπάνω καταδικασθέντες δεν εξέτισε την επιβληθείσα ποινή. Μετά τον Εμφύλιο, όσοι ακόμη ήταν έγκλειστοι, αποφυλακίστηκαν και πολλοί ανταμείφθηκαν από την πολιτεία σε δημόσιες ή στρατιωτικές υπηρεσίες» -χωρίς σχόλια!..
  (Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΑ» Χαλκιδικής και στην «ΑΠΟΨΗ» Μοιρών Ηρακλείου Κρήτης)



      

1 σχόλιο: